28 Οκτωβρίου 2013

Είπε μια φίλη κάποτε... (2)

"Μπορούσε να...τώρα πια...όποτε το ήθελε"
και μου θύμισε ένα συναίσθημα, μια παλιά θεωρία ενός φίλου...


Δε θα το κάνω "αυτό" ποτέ, έλεγε, γιατί φοβόταν τον πειρασμό, την ανθρώπινη αδυναμία στα πάθη της ζωής... Έτσι δε θα χρειαζόταν ποτέ να μπει σ' εκείνο το δίλημμα κρίσης του πότε πρέπει και πότε δεν πρέπει.. Δε θα χρειαζόταν ποτέ να ζυγιάσει το πρέπει με το θέλω του και να ρισκάρει να παρασυρθεί.. Όλοι πάντα έλεγαν, "έλα ρε, γιατί δεν "αυτό" και εσύ μαζί μας?" μα αυτός πάντα αρνιόταν και τους ξενέρωνε.. "Αν κάνεις κάτι μια φορά τότε μπορεί να το κάνεις και δεύτερη και τρίτη και το 'χασες το παιχνίδι. Το θέμα είναι απ' την αρχή να ξέρεις/να πεις το κάνω η όχι", έλεγε..
Το θέμα είναι ότι όλη αυτήν την προσπάθεια αντίστασης την έκανε γιατί τελικά μέσα του ήξερε ότι ήθελε. Ήθελε πάντα το "αυτό" σαν όλους τους άλλους, πολλές φορές ίσως και περισσότερο, απλά φοβόταν πως δε θα κατάφερνε να το κάνει με μέτρο, πως η ανθρώπινη αδυναμία του θα τον κυρίευε. Όμως ήθελε, και δεν το αρνήθηκε ποτέ.
Όταν μια μέρα τους είπε εντάξει, θα το κάνω το "αυτό", κανένα πρόβλημα, ξέρεις τι είπαν όλοι? Χάρηκαν, θεώρησαν πως ξεπέρασε τους φόβους και τα κόμπλεξ του και του δώσανε συγχαρητήρια. Όμως αυτός ποτέ δεν είπε πως έγινε έτσι. Απλά, μετά από τόσο καιρό είχε ανεξαρτητοποιηθεί σε τέτοιο βαθμό που είχε χάσει τελείως τη διάθεσή του για το "αυτό". Οπότε μπορούσε να το κάνει ή να μην το κάνει όποτε ήθελε.
Η ιστορία δεν είναι συγκεκριμένη. Στο "αυτό" έμπαινε κάθε φορά το κάτι, το οτιδήποτε, από μικρά και ασήμαντα μέχρι μεγάλα και σοβαρά πράγματα, όπου αυτός θεωρούσε αναγκαίο να πράξει αναλόγως.. Και έτσι και γινόταν..
Κάτσε και κρίνε τώρα εσύ αν το αποτέλεσμα ήταν προς το καλύτερο η όχι.. Για τους άλλους σίγουρα ήταν, πλέον αυτός μπορούσε να κάνει τα πάντα. Μπορούσε να είναι αυτό που όλοι οι άλλοι ήθελαν από αυτόν, όπως από κάθε άλλο φυσιολογικό άνθρωπο.. Τι παραπάνω να ήθελαν!? Είχε ανέβει κάθετα στα μάτια τους. Γι' αυτόν όμως? Ήταν καλύτερα?..

...
Ίσως η αντιμετώπιση του φόβου
να μην είναι η απάθεια τελικά.
...




Αφιερωμένο στην έμπνευσή μου,
ξέρει αυτή..

17 Οκτωβρίου 2013

Να ξέρεις, να λες τι θες.


Ήτανε μια κοντούλα γιαγιάκα με γκρίζα μαλλιά και τη μαντίλα στο λαιμό, ξέρεις, απ' αυτές τις πολύ γραφικές γιαγιούλες που βλέπεις στα πιο ξεχασμένα απ' το χάρτη χωριά και ερχόταν προς το μέρος μας με σιγά και σταθερά βήματα κρατώντας στα χέρια της ένα κοντό, άδειο, γυάλινο ποτήρι. Δεν την ήξερα, όχι, σίγουρα όχι. Αλλά μου έβγαζε μια σιγουριά σαν να ήταν η πιο σοφή σοφός του εκείνου κόσμου! Και ναι, θα την εμπιστευόμουν ακόμη και αν μου έδινε να φάω το πιο δηλητηριώδες μήλο που έχει φάει η χιονάτη, ακόμη και αν μου έλεγε έλα πάμε να σου δείξω τι υπάρχει πίσω από εκείνη τη μαύρη και πιο σκοτεινή απ' όλες πόρτα! Ακόμη και αν μου έλεγε πως δεν είναι όνειρο, μα η πιο πραγματική πραγματικότητα.
Η άλλη δίπλα μου ήταν σίγουρα φίλη μου από παλιά. Πρέπει να είχαμε περάσει πολλά, την ένιωθα δικό μου άνθρωπο. Πρέπει να είχε καστανά ή μαύρα μαλλιά και να 'ταν καλά ντυμένη. Δεν την κοίταξα ούτε στιγμή, το κεφάλι μου ήταν καρφωμένο ίσια μπροστά στη γιαγιά, παρακολουθώντας σχολαστικά την κάθε της κίνηση λες και ήμουν κανένα λιμάρι που μόλις εντόπισε μια υπερτέλεια ξανθιά να περνάει στο απέναντι πεζοδρόμιο και έχασε τον ουρανό κάτω απ' τα πόδια του (που θα 'λεγε και ο αδερφός μου)..
Ήμασταν και οι δύο πολύ κουρασμένοι απ' το μάλλον τρέξιμο της ημέρας και καθίσαμε εκεί να πάρουμε μια ανάσα. Ένιωθα πως ήταν απόγευμα προς βράδυ αν και έξω είχε πρωινό ήλιο. Τι να πω, ίσως ήταν καλοκαίρι. Το μέρος άγνωστο, κάτι σαν σπίτι, σαν μικρό ιατρείο, δεν κατάλαβα, δεν πρόλαβα να μάθω ποτέ. Πάντως είχα την εντύπωση πως το, ας πούμε, παγκάκι που καθόμασταν ήταν κάτι σαν αυτά τα καθίσματα αναμονής που έχουν στα νοσοκομεία, με μόνη διαφορά ότι το συγκεκριμένο ήταν περιέργως αρκετά αναπαυτικό. Πίσω η πλάτη ακουμπούσε τοίχο, γκρι και άδειο, αριστερά ένας διάδρομος στενός που δεν πρέπει να είχε τέλος, (δεν κοίταξα ποτέ), δεξιά πάλι τοίχος, στολισμένος με δυο μεγάλα όμορφα παράθυρα που γέμιζαν φως το χώρο και ίσια, πίσω απ' τη γιαγιά, στο βάθος ένα καφέ επιπλάκι στ' αριστερά, κοντά στη γωνία, που ίσως είχε κι ένα στρόγγυλο καθρέφτη από πάνω, και απ' τη δεξιά πλευρά μια αδιάφορη, κλειστή, παλιά πόρτα.
Κανείς άλλος στην αναμονή. Εμείς δεν είχαμε ώρα που κάτσαμε, αλλά η περίεργη αυτή γιαγιά πρέπει να ήταν από πάντα εκεί να έρχεται.. Όταν κόντεψε αρκετά, μ' ένα πολύ σοβαρό ύφος είπε: "τι θα πιείτε? Χυμό, τσάι, να σας φέρω κάτι?" "Ό,τι θέλετε, δεν έχω πρόβλημα εγώ", αποκρίθηκα όντας διψασμένος. Η κοπέλα κάτι είπε, μάλλον δε ζήτησε τίποτα. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα η γιαγιά, με το που πήρα το βλέμμα μου από πάνω της, χάθηκε πηγαίνοντας κάπου αριστερά προς το διάδρομο και πριν καλά καλά προλάβω να επεξεργαστώ το δωμάτιο την άκουσα να επιστρέφει. "Ορίστε", είπε και μου έδωσε το γυάλινο ποτήρι το οποίο ήταν πλέον μισό-γεμάτο με νερό έχοντας μέσα ένα αναβράζον Depon το οποίο δεν είχε προλάβει να διαλυθεί ακόμη τελείως. Το πήρα και αφού την ευχαρίστησα έγειρα το κεφάλι μου και περίμενα μ' ένα αίσθημα απορίας κοιτώντας το ποτήρι στα χέρια μου. "Μα γιατί να μου φέρει αυτό ανάμεσα σε τόσες επιλογές? Στην τελική ας έφερνε σκέτο νερό.", αναρωτιόμουν. Και πρέπει να ήταν απ' αυτά με τη βιταμίνη C, αν κατάλαβα καλά πίνοντάς το, διότι έχουν πολύ απαίσια γεύση για να μην τ' αναγνωρίσω..
Και τι κατάλαβα!? Ούτε το απόλαυσα, ούτε ξεδίψασα, ούτε και έμαθα ποτέ γιατί... Σηκώνοντας το κεφάλι μου για να πιω, είδα με την περιφερειακή μου όραση τη γιαγιά να στέκεται και να περιμένει ακόμη εκεί, μπροστά μου, ακίνητη και αμίλητη με το ίδιο σοβαρό ύφος που είχε πάντα. Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι και η σιχαμένη γεύση που μου άφησε το "αναψυκτικό" μου..



17/10/13

11 Οκτωβρίου 2013

Liebster Blog Award!

Πριν από μερικές μέρες έλαβα και εγώ με τη σειρά μου ένα βραβειο-δωράκι από ένα πολύ ξεχωριστό άτομο με το όνομα Lia. ^^ Έτσι λοιπόν, σαν ευχαριστώ, είπα να το μοιραστώ και μαζί σας και να παίξω με τους κανόνες που αυτό φέρει μαζί του..

Σύμφωνα με τους κανονισμούς λοιπόν θα πρέπει ν' απαντήσω σε κάποιες ερωτήσεις και έπειτα να χαρίσω και εγώ το βραβειάκι αυτό σε άλλα άτομα της επιλογής μου.

Εχμ, εχμ,
πρώτα οι ερωτήσεις και μετά οι απαντήσεις με την παρακάτω σειρά
1. Το αγαπημένο μου φαγητό είναι...
2. Τι δε μ' αρέσει στους ανθρώπους...
3. Μου αρέσει οι άνθρωποι που κάνω παρέα να είναι...
4. Με ηρεμεί...
5. Αγαπώ...
6. Με νευριάζει...
7. Τι δεν αποχωρίζομαι ποτέ...
8. Όταν ήμουν μικρός χάζευα συστηματικά αφίσες...

1. Κοτόπουλο με κάτι, με ό,τι, ή και σκέτο. Αν και γενικότερα όλα τα κρεατικά θα μπορούσαν να πάρουν την πρωτιά κατά καιρούς.. ^^
2. Δε μ' αρέσει το πόσο επιφανειακοί και ως εκ τούτου, ανούσιοι έχουν αρχίσει και γίνονται και το πόσο καθαρά ατομικό ζήτημα έχει γίνει πλέον η ζωή. Και πολλά άλλα, αλλά είπα να μείνω στα βασικά..
3. Δημιουργικοί (και να μ' εμπνέουν αναλόγως) και συζητήσιμοι...
4. Α) Να ξέρω ότι έχω όση ώρα θέλω μπροστά μου (συνήθως αρκούμαι με 30-60 λεπτά το πολύ) και να κάτσω σε μια αναπαυτική θέση (όχι ξάπλα) και να βάλω ν' ακούσω την κατάλληλη μουσική. Β) Με τα ίδια δεδομένα και χωρίς περιορισμούς έντασης, να κάτσω να παίξω μερικά κομμάτια (μου, σπανιότερα και άλλα) στην κιθάρα ή στο πιάνο.
5. Ακόμη ψάχνω να ορίσω επ' ακριβώς αυτήν τη λέξη. Δύσκολη λέξη η αγάπη, που λέει και η Lia.. Παρόλα αυτά, παίρνοντάς τη λίγο μεταφορικά και με τυχαία σειρά, θα πω πως, αγαπώ τη δυνατότητα που έχει η μουσική να συμπληρώνει τα συναισθήματα που δε φτάνουν τα λόγια και τα κείμενα να εκφράσουν από μόνα τους. Αγαπώ τη βόλτα μ' ένα φίλο μέχρι να πάμε να κάτσουμε κάπου για καφέ και φυσικά το μετά, αφού κάτσουμε.. :) Αλλά με ένα φίλο, όχι κάποιον συγκεκριμένο απαραίτητα, αλλά όχι δύο και πάνω, έναν. Αγαπώ τις συζητήσεις που κρατάνε ώρες (και πάντα κερδίζεις κάτι) ακόμη και αν δεν τελειώνουν ποτέ τελικά.. Συν τις συζητήσεις που αναπολούν το παρελθόν (και επιβεβαιώνουν την τελειότητά του). Τέλος, αγαπώ τα επιτραπέζια παιχνίδια (κυρίως όταν παίζονται με παρέα σε σπίτι).
6. Να μην εκτιμάται ο κόπος μου. Να αρρωσταίνω (κυρίως τις λάθος μέρες/περιόδους)... Να μην έχω 100% τον έλεγχο του εαυτού μου... Και τέλος όταν πρέπει εγώ να συμμαζέψω πράγματα για των οποίων την ακαταστασία και την αταξία δεν είμαι εγώ υπεύθυνος.
7. Το ένα εκ των δύο επίχρυσων δαχτυλιδιών που είχε φτιάξει ο πατέρας μου για αυτόν και τη μητέρα μου στους αρραβώνες τους. (Είχαν χαθεί και τα δύο, το άλλο απλώς δε βρέθηκε ποτέ).
8. Μάλλον είμαι ακόμη μικρός γιατί ακόμη έχω μια δυο αφίσες συγκροτημάτων (και θα έχω) στους τοίχους μου να χαζεύω και να θυμάμαι... Αλλά ναι, από πάντα με θυμάμαι ν' ασχολούμαι με αφίσες, κυρίως συγκροτημάτων, και να τις μαζεύω για να τις κολλήσω κάποτε σε κάποιον τοίχο, πράγμα το οποίο δε συνέβαινε συνήθως και τελικά οι περισσότερες έμειναν στο συρτάρι να περιμένουν ακόμα.

Αυτά! :)
Και τώρα λέει, πρέπει να δώσω το βραβείο αυτό σε μερικούς ακόμα που θέλω (και ας ξέρω ότι μερικοί δε θα παίξουν).. Χμμ.. Έχουμε και λέμε λοιπόν με τυχαία σειρά:

Γλύκα
Unidentified

Θα βράβευα και άλλους η αλήθεια είναι, αλλά πολλοί σταμάτησαν ανεπίσημα ν' ασχολούνται οπότε... :/  Σ' ευχαριστώ πολύ και πάλι Lia μου που με σκέφτηκες. :)
Καλό μήνα σε όλους!